Δευτέρα 20 Σεπτεμβρίου 2010

Αθήνα - Θεσ/νίκη: 0-0

Καλαμάκι ή σουβλάκι; Σουβλάκι ή πίττα; Του είπα ή τον είπα; Τοστ με κασέρι ή με τυρί; Μια μπουγάτσα ή μια μπουγάτσα με κρέμα;
Όσοι έχουμε πάει στην θεσ/νίκη έχουμε φάει ώρες και ώρες να μιλάμε με ντόπιους γι'αυτά και να "μας τη λένε" ή να "τους τη λέμε". Το αξιοπερίεργο είναι ότι δεν υπάρχει βάση για να γίνεται τέτοιος "διαγωνισμός", μιας και όλα εξηγούνται λεξιλογικά και από τη μία και από την άλλη πλευρά. Είναι, λοιπόν, θέμα επιλογής, κάτι που (για κάποιο μαγικό λόγο) δεν μπορείς να έχεις αν είσαι Αθηναίος στη Θεσ/νίκη ή Θεσσαλονικιός στην Αθήνα.

Είναι καλαμάκι ή σουβλάκι; Τον Διάκο τον σούβλισαν ή τον "καλαμάκωσαν"; Κάποιος είναι μόνος σαν την καλαμιά στον κάμπο ή σαν τη "σουβλάκια"; Το αγαπημένο κρέας σε ξυλάκι θα μπορούσε να είναι απλά θήκη για όπλα σε μονομαχία! Έχουμε κάτι κομμάτια κρέας και χρησιμοποιούμε ένα κομμάτι ξύλο σαν καλάμι για να το περάσουμε σουβλίζοντάς τα. Άρα και τα δύο μπορούν να χρησιμοποιηθούν! "Ναι, αλλά καλαμάκι είναι αυτό που πίνουμε τον καφέ". Αυτό ονομάζεται πολυσημία. Όπως μπορείτε αν έχετε γλώσσα στο στόμα σας και στο παπούτσι σας χωρίς να είναι το ίδιο πράγμα, έτσι μπορείτε να έχετε και καλαμάκι. Ωστόσο, δεν τίθεται θέμα "σωστότερου", αλλά απλά θέμα "μη απαγορευτικού".

Παίρνουμε πίττα ή σουβλάκι με τα διάφορα μέσα; Και στις δύο περιπτώσεις χρησιμοποιούμε αναφορά σε ένα μέρος για να περιγράψουμε το όλον, χρησιμοποιούμε δηλαδή τη μετωνυμία. Στην πρώτη περίπτωση αναφέρουμε αυτό που κλείνει τα διάφορα και στη δεύτερη το κύριο συστατικό (εκτός και θέλουμε γύρο). Όταν λέμε "μια πίττα γύρο" είναι σα να λέμε " ένα ποτήρι νερό" (αξιοσημείωτο το γεγονός ότι παραλείπουμε το "με" συνήθως). Όταν λέμε "ένα σουβλάκι με απ'όλα" είναι σα να λέμε "ένα τζίν με τόνικ". Ενώ όλοι τα λέμε αυτά και χρησιμοποιούμε τη μετωνυμία, προτιμάμε να τσακωνόμαστε για την πίττα και το σουβλάκι αντί να τα τρώμε!

Για το αν "του έδωσα κάτι" ή "τον έδωσα κάτι" τα πράγματα είναι ακόμα πιο απλά. Η δοτική χάθηκε και οι λειτουργίες της πήγαν στην αιτιατική αρχικά και στη γενική αργότερα. Θέμα ορθότητας λόγω παλαιότητας δεν υπάρχει, γιατί αν είναι θα αναβιώσουμε τη δοτική και μετά την τοπική και τη οργανική για να γουστάρουμε ακόμα περισσότερο. Αν αυτό ακούγεται υπερβολικό και χαζό, έτσι ακριβώς ακούγεται και το επιχείρημα της παλαιότητας.

Το θέμα με το κασέρι και το τυρί είναι ζήτημα υπερωνύμου και υπωνύμων. Το κασέρι είναι ένα υπώνυμο του υπερωνύμου "τυρί". Οι Αθηναίοι ζητάμε τυρί εννοώντας κασέρι, αλλά ζητάμε φέτα ή φιλαδέλφεια όταν θέλουμε κάτι από αυτά. Οι Θεσσαλονικείς προτιμάνε να είναι πιο σαφείς ζητώντας κασέρι, αλλά δεν αναφέρουν πιο κασέρι θέλουν, μένουν δηλαδή στο μεσαίο επίπεδο υπωνυμίας. Όλοι όμως θα ζητήσουμε ζαμπόν, μπέικον ή γαλοπούλα, όχι απλά κρέας. Άρα το τυρί είναι λάθος; Όχι, γιατί στα τοστ το συχνότερο τυρί είναι το κασέρι, όπως όταν λέμε "ψωμί" καταλαβαίνουμε όλοι λευκό και όχι ολικής άλεσης το οποίο αναφέρουμε ολόκληρο αν το θέλουμε. Παρότι έχει αβγό βραστό και τηγανιτό στα τοστάδικα, όλοι λέμε "αβγό" για το βραστό και "αβγό τηγανητό" όταν θέλουμε τηγανητό. Επομένως, πρόκειται πάλι για ζήτημα επιλογής και όχι ορθότητας.

Τέλος, πράγματι η μπουγάτσα είναι το φύλλο του προϊόντος, αλλά αυτό δεν κάνει "σωστή" την έκφραση "μια μπουγάτσα με κρέμα" και "λάθος" το "μια μπουγάτσα". Στην Αθήνα έχουμε κυριώς γλυκιές μπουγάτσες. Όλοι ζητάμε την κρέπα που θέλουμε ανάλογα με το τι επιθυμούμε να έχει μέσα. Επίσης, όλοι μπορούμε να ζητήσουμε την μπύρα που θέλουμε ή να πάραγγείλουμε μια μπύρα ή κρασάκι είτε αναφερόμαστε στη μάρκα είτε στη γεύση που θέλουμε να έχει. Η μπουγάτσα είναι θέμα μετωνυμίας όπως με την πίττα και συχνότητας όπως με το κασέρι. Δεν τίθεται θέμα "σωστού-λάθους", αλλά μόνο εξειδίκευσης ή γενικότερης αναφοράς λόγω συχνότητας.

Γιατί, λοιπόν, όλος αυτός ο ντόρος; Επειδή επιμένουμε να προσεγγίζουμε λεξιλογικά ένα φαινόμενο καθαρά κοινωνιογλωσσολογικό. Δεν έχει να κάνει με το τι είναι "σωστό" να λέγεται, αλλά με το πού λέγεται σε μεγάλο βαθμό και από ποιους σε ένα δεύτερο επίπεδο. Η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη έχουν διαφορετικές προτιμώτερες επιλογές για κοινονικοπολιτιστικούς λόγους, ιστορικούς λόγους ή καθαρά από τύχη που βοήθησε στην καθιέρωση της μιας ή της άλλης τοπικής νόρμας (αν υπάρχει κάτι τέτοιο). "Ντεμέκ" πρόβλημα, λοιπόν! Το πραγματικό πρόβλημα είναι αυτή η σχέση αντιπαλότητας που μας χαρακτηρίζει και κρύβεται πίσω από αυτό το γλωσσικό "διαγωνισμό". Το "κατεστημένο της Αθήνας" ενάντια στους "κομπλεξικούς θεσσαλονικιούς". Με λίγα λόγια, τρωγόμαστε με τα ρούχα μας. Μοναστηράκι ή μπιτ-μπαζάρ; Ψυρρή ή Άθωνος; Θησείο ή Αριστοτέλους; Οτιδήποτε για να "την πούμε" και να κάνουμε τους καμπόσους στους άλλους. Γιατί αυτοί είμαστε!

Υ.Γ.: Το θέμα δε μένει εκεί, αλλά εμφανίζει την ίδια ανταγωνιστικότητα και σε ιδρύματα, όπως το Ε.Κ.Π.Α. και το Α.Π.Θ.. Φιλοσοφική Αθήνας ή Θεσσαλονίκης; Χατζιδάκις ή Τριανταφυλλίδης; Μπαμπινιώτης ή Χριστίδης; Και προχωράει και σε θεσμούς με τις "ηγετικές παρεμβάσεις Άνθιμου" και τα σχόλια του νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων Νομάρχη-celebrity. Περαστικά μας...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου